Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2016

Απόστολος Πράτανος - Δημοτικός Σύμβουλος Θέρμης Θεσσαλονίκης επικεφαλής Παρέμβασης Πολιτών Δήμου Θέρμης



Σύντροφοι και συντρόφισσες,

       Ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση διαλόγου για τη θεσμική μεταρρύθμιση της Τ.Α. και, επειδή δυστυχώς δεν θα μπορέσω να συμμετάσχω στη διημερίδα, όσο πιο σύντομα μπορώ, σημειώνω τα παρακάτω:

   -   Η μεταρρύθμιση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είναι βαθιά, ριζική και προπαντός ριζοσπαστική. Να είναι αυτή που απαιτούν τα δεδομένα του 21ου αιώνα, όπως ήταν οι αντίστοιχες του Βενιζέλου τον 20ό, που κατήργησε τον συγκεντρωτισμό του καθεστώτος των Βαυαρών του 19ου αιώνα και καθιέρωσε τον κοινοτισμό.

   -   Συμφωνώ, σε γενικές γραμμές, με όλες τις επεξεργασίες που έχουν γίνει και θεωρώ ότι κινούνται προς την κατεύθυνση μιας πραγματικά ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης.

       Ωστόσο θέλω να επισημάνω (και να επιμείνω σε) τρία σημεία:

   Α. Η χωροταξική αποκλιμάκωση πρέπει, κατά την άποψή μου, να συζητηθεί και να  θεσμοθετηθεί ΤΩΡΑ και όχι σε δεύτερο χρόνο. Κι’ αυτό γιατί αν μετατεθεί και θεσμοθετηθούν όλα τ’ άλλα, ελλοχεύει ο κίνδυνος εμβάθυνσης και εμπέδωσης του ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ, που και καταστροφικός αποδείχθηκε και ΠΡΕΠΕΙ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ  να ανατραπεί, επειδή:

   1) Απομάκρυνε την Τ.Α. από τις τοπικές κοινωνίες, τη μετέτρεψε σε συγκεντρωτικό και απρόσωπο μηχανισμό.

   2) Οδήγησε σε μαρασμό εκατοντάδες κεφαλοχώρια σ’ όλη την Ελλάδα, που σε συνδυασμό με την αποψίλωση (ανυπαρξία) των αρμοδιοτήτων των Τ.Σ., αυτά μεν τα μετέτρεψε σε διακοσμητικά, τους δε Δήμους σε παρακλάδι του κεντρικού κράτους. Θέλω να επισημάνω στο σημείο αυτό, ότι η αντίληψή μας για αναζωογόνηση της υπαίθρου, μέσω της ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας, συνδέεται αναπόσπαστα και με την αναβίωση του κοινοτισμού.

   3) Δεν οδήγησε (και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στο σημείο αυτό) σε οικονομίες κλίμακας, αφού περάσαμε στο άλλο άκρο (π.χ. πολεοδομίες, τεχνικές υπηρεσίες, οργανισμοί διαχείρισης υδάτινων πόρων, κ.ά.πολλά). Από τη μία σχετική υπηρεσία, που υπαγόταν στον πρώην Νομό, τώρα καλείται να οργανώσει αντίστοιχη ο κάθε Δήμος, χωρίς να τη χρειάζεται, με συνέπεια να είναι μόνιμα καταδικασμένες σε υποστελέχωση και μη ανταπόκριση στο ρόλο τους, παρά τη διόγκωση των δαπανών συντήρησής τους. Η εμπειρία του Δήμου, όπου είμαι δημοτικός σύμβουλος (Θέρμης Θεσ/νίκης, κάτοικοι 53.205), δείχνει ότι ούτε τεχνική υπηρεσία άρτια μπορούμε να οργανώσουμε και να συντηρήσουμε, ενώ και διατήρηση πολεοδομίας μόνο για τις ανάγκες του Δήμου (και ιδιαίτερα στις

σημερινές συνθήκες ανυπαρξίας οικοδομικής δραστηριότητας, φαντάζει πολυτέλεια, αν και εξυπηρετεί -προσωρινά;-  και γειτονικό Δήμο με ισάριθμο περίπου πληθυσμό (Θερμαϊκού), κάνει διαχείριση υδατικών πόρων στην ίδια λεκάνη με άλλους Δήμους ή τμήματά τους, η αποχέτευση είναι τεμαχισμένη και σε γειτονικούς Δήμους, αρκετοί μαθητές της Β΄θμιας εκπαίδευσης αναγκάζονται να διανύουν

μεγάλεςαποστάσεις, λόγω του ότι γειτονικά γυμνάσια και λύκεια ανήκουν σε άλλο Δήμο και άλλες πολλές παρενέργειες.

       Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να επανέλθουμε σε μεγέθη Δήμων (και Κοινοτήτων) κοντά στο μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε., όπως πολύ καλά περιγράφονται στα κεφάλαια Ε και ΣΤ της εισήγησης για μια αριστερή Τ.Α., για να ξαναφέρουμε τους Δήμους κοντά στους πολίτες. Αμεσοδημοκρατικοί θεσμοί και ενεργοποίηση πολιτών είναι έννοιες ασύμβατες σε Δήμους με μεγέθη ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ.

      ΄Οσον αφορά σε αρμοδιότητες, που αναφέρθηκα παραπάνω ενδεικτικά, η προσωπική μου άποψη είναι ότι θα πρέπει να μεταφερθούν σ΄έναν ενδιάμεσο βαθμό, που μπορεί να ονομάζεται Επαρχία ή

(μικρός) Νομός, με όρους εγγύτητας και βιωσιμότητας.

       Παράδειγμα: Ο Νομός Θεσ/νίκης δεν χρειάζεται δεκάδες πολυδιασπασμένες υπηρεσίες, καταδικασμένες σε υποστελέχωση και καχεξία. Τέσσερις ενότητες (πολεοδομικό συγκρότημα με μητροπολιτι-κή διακυβέρνηση, Ανατολική Θεσ/νίκη, Δυτική Θεσ/νίκη και Λαγκαδάς) μπορούν να οργανώσουν τέτοιες βιώσιμες υπηρεσίες.

       Αντίστροφο παράδειγμα: Ο Νομός Καρδίτσας ούτε χρειάζεται ούτε έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει έξι αντίστοιχες υπηρεσίες (όσοι και οι Δήμοι του), μία φτάνει.

       Επειδή, όμως, υπάρχει η συνταγματική πρόβλεψη για δύο βαθμούς Τ.Α., η μεταρρύθμιση αυτή είτε θα ενταχθεί σε αντίστοιχη συνταγματική (ώστε να γίνουν τρεις) είτε οι αρμοδιότητες αυτές θα

μεταφερθούν σε αντίστοιχες Αντιπεριφέρειες.



   Β. ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ.

   -   Καμία αποδόμηση του ισχύοντος δημαρχοκεντρικού συστήματος δεν πρόκειται να επέλθει, αν δεν καθιερωθεί ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ η απλή αναλογική, ως πάγιο εκλογικό σύστημα για την εκλογή των

αυτοδιοικητικών αρχών, με παράλληλη  ενίσχυση του ρόλου των συλλογικών οργάνων και μεταφορά ΟΛΩΝ των σημαντικών αρμοδιοτήτων σ’ αυτά. Η καθιέρωση της απλής αναλογικής έχει

ήδη καθυστερήσει πολύ να εφαρμοστεί στην Ελλάδα (και ίσως επιβάλλεται και η συνταγματική κατοχύρωσή της για να μην ξαναλλάξει λόγω μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων). Η αλλαγή του εκλογικού συστήματος επιβάλλεται, όχι μόνο για λόγους δημοκρατικής δεοντολογίας και ισότητας της ψήφου, αλλά και επειδή η Τ.Α. είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος συγκλίσεων και εμπέδωσης κουλτούρας συνεργα-

σιών, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των αποφάσεων λαμβάνονται ομόφωνα. Ο Δήμαρχος πρέπει να μετατραπεί σε εκτελεστικό θεσμό των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων, ώστε να πάψει

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ η εξάρτηση ΟΛΩΝ από τον Δήμαρχο και οι εξ αυτού του γεγονότος παρενέργειες (σχέσεις υποτέλειας για τη εξασφάλιση της εύνοιάς του με στόχο το διορισμό σε [έμμισθες] θέσεις αντιδη-

μάρχων, προέδρων και αντιπροέδρων επιχειρήσεων, επιτροπών κ.λ.π.). Η λειτουργία αυτή εμποδίζει –μέχρι κατάλυσης- την έκφραση ελεύθερης γνώμης από τα μέλη της πλειοψηφίας.

   -  ΄Οσον αφορά στο πρόβλημα της εκλογής Δημάρχου (άμεση ή έμμεση) πρέπει να ληφθούν υπόψη οι εξής παράμετροι:

       Η έμμεση εκλογή προσιδιάζει περισσότερο στο προτεινόμενο νέο τοπίο της Τ.Α., εφόσον ο Δήμαρχος θα είναι ουσιαστικά εκτελεστικό όργανο και πρέπει να εκφράζει τους συσχετισμούς δύναμης,

όπως αποτυπώνονται στη συγκρότηση του Δ.Σ. Ωστόσο, επειδή στη χώρα μας είναι πολύ πιθανό (και συνηθισμένο) η δημοκρατική αυτή διαδικασία να μετατρέπεται σε αντικείμενο συναλλαγής, το οποίο μπορεί να επικρατεί των πολιτικών κριτηρίων και να αποτελεί μόνιμο στοιχείο εκβιασμού, ίσως, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, είναι προτιμώτερη η άμεση εκλογή (μάλλον σε δεύτερο γύρο μεταξύ

των δύο επικρατέστερων ή, εφόσον ο επικεφαλής μιας παράταξης που έχει λάβει π.χ. άνω του 40% των ψήφων, να εκλέγεται Δήμαρχος). Εδώ υπάρχει πάντα ο κίνδυνος ο Δήμαρχος να είναι σε αντίθεση

με την πλειοψηφία. Δεν υπάρχει, όμως και σύστημα, απαλλαγμένο από αρνητικά στοιχεία.



   Γ. Αναγκαία θεωρώ την αποσύνδεση ευρωεκλογών και αυτοδιοικητικών εκλογών, για να μην υπάρχει σύγχυση και να μη λειτουργούν οι ταυτόχρονες εκλογές ως συγκοινωνούντα δοχεία έκφρασης

δυσαρέσκειας, με επαναφορά της τετραετίας. ΄Αλλωστε η αυτονομία έκφρασης των πολιτών, στο πλαίσιο μιας ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης, επιβάλλει το διαχωρισμό τους.

      Τέλος, νομίζω, ότι αντικείμενο σοβαρού προβληματισμού πρέπει να αποτελέσει και η καθιέρωση περιορισμένου αριθμού θητειών, για όλα τα όργανα της Τ.Α., προκειμένου να μη μετατρέπονται σε

επαγγελματίες της πολιτικής, με κύριο κριτήριο την επανεκλογή τους.

                                                                                                                                                                 Με  εκτίμηση